Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2007

Είναι που όταν...

Είναι που όταν με βλέπω στο χαρτί, μονάχα ψέματα θυμάμαι. Τι να του πω, χαμόγελο του σχίνου... πως μου λείπει; Γυρνά ο Οκτώβρης τις μέρες του αργά τόσο που να μουλιάζουν γέρνοντας στο γερασμένο δάκρυ του κορμού του. Τι να του πω που είμαι μακριά και λόγια μου δε φτάνουν βαθιά ως την αλήθεια. Με το αηδόνι έτη ουρανούς φευγάτο πώς την κρυμμένη μελωδία που τα χείλη μου παιδεύει μπορώ να τραγουδήσω. Κι όλο γυρίζω πίσω. Όλο... με είδωλο χαμένα αλλοιωμένο... γυρίζω... Μα σα με βλέπω στο χαρτί, φυλλώματα δεν έχω. Ούτε ριζά θαμμένα. Μόνο απουσίες χρόνια σχολασμένες. Με μια αποζημίωση φτωχή, στάλες βροχής κλεμμένης τα καστανά κλαδιά μου να υγραίνει. Τι να σου πω... τι να σου πω κι εσένανε που λείπεις. Μόνο στων λόγων τις πτυχώσεις μπαίνω βαθιά, στη ζεστασιά να ονειρευτώ καθώς αυτές τις ώρες μες στην ψυχή τους εφιάλτες χειμωνιάζω. Με τις εκρήξεις να γελούν στο βάθος - βάθος των ρηγμάτων. Τι κι αν... αύριο ξημερώνει...